Η σιωπή των μαρτύρων

Της Κωνσταντίνας Ζάνου

Η απόφαση του δικαστηρίου που εκδίκασε τους δέκα αστυνομικούς, που κατηγορούνταν για την κακοποίηση δύο φοιτητών στη Λευκωσία τα ξημερώματα της 20ης Δεκεμβρίου 2005, αθωώνει μεν τους κακοποιούς, δεν αρνείται δε το γεγονός της κακοποίησης. Το δικαστήριο απεφάνθη πως υπήρξε πράγματι κακοποίηση σε βάρος των δύο φοιτητών. Στην ετυμηγορία του μάλιστα αναφέρεται ξεκάθαρα στη σοβαρότητα της κακοποίησης αυτής: «Εμπίπτει στο αδίκημα της σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης».
Είναι πέραν πάσης αμφιβολίας λοιπόν ότι το γεγονός έλαβε χώρα. Αυτό που αμφισβητείται δεν είναι το γεγονός καθεαυτό, αλλά η ταυτότητα των κακοποιών. Και παρά την «ανώνυμη» μαρτυρία της κάμερας, που επιτρέπει την απόλυτη αναγνωρισιμότητα των προσώπων των κακοποιών, αυτοί θεωρούνται αθώοι επειδή ο αυτόπτης μάρτυρας και κινηματογραφιστής του επεισοδίου φοβήθηκε να αποκαλύψει την ταυτότητά του. Δηλαδή, ο δικαιολογημένος κατά τα άλλα, φόβος του μάρτυρα να καταθέσει, μετατρέπει το γεγονός σε μη-γεγονός. Ή μάλλον, ενώ το γεγονός (λόγω αδιάσειστων στοιχείων) θεωρείται υπαρκτό, οι κακοποιοί θεωρούνται ανύπαρκτοι.
Η Κύπρος είναι η χώρα των «υπαρκτών» εγκλημάτων και των «ανύπαρκτων» δραστών. Δεν είναι η πρώτη φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με «ορατά» θύματα και «αόρατους» θύτες. Η πρόσφατη ιστορία μας βρίθει από «ορατούς δολοφονημένους» και «αόρατους φονιάδες». Βρίθει επίσης από αυτόπτες μάρτυρες που φοβούνται και σιωπούν, από μαρτυρίες που (λόγω έλλειψης προστασίας των μαρτύρων) ανάγονται σε μη-μαρτυρίες. Και γεγονότα που ανάγονται σε μη-γεγονότα.
Όλοι ξέρουν, για παράδειγμα, πως ο Μουσταφά Αρίφ (πατέρας του Κουτλάι Ερκ) απήχθη από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν τον Δεκέμβρη του 1963 για να δολοφονηθεί κάποιες μέρες αργότερα. Τα οστά του, που βρέθηκαν 44 χρόνια μετά, αποτελούν αδιάσειστο στοιχείο του γεγονότος. Πολλοί ξέρουν επίσης και ποιοι ήταν οι συγκεκριμένοι Ελληνοκύπριοι που «επισκέφθηκαν» τον Αρίφ εκείνη τη μέρα στο κατάμεστο από κόσμο νοσοκομείο για να του «ζητήσουν» να τους ακολουθήσει. Κανένας μάρτυρας όμως δεν έχει ποτέ καταθέσει ενώπιον κανενός δικαστηρίου. Η δολοφονία υπήρξε, οι δολοφόνοι σαν να μην υπήρξαν ποτέ.
Το ίδιο «ανύπαρκτοι» είναι και οι δολοφόνοι των Ελληνοκύπριων αιχμαλώτων στρατιωτών που εκτελέστηκαν, ενώπιον Τούρκων και Τουρκοκυπρίων θεατών, στο χωριό Τζιάος το 1974. Τεκμήρια πάμπολλα. Γεγονός καταγραμμένο. Μάρτυρες και δράστες ανύπαρκτοι.
Η ίδια «απουσία δραστών» παρατηρείται σε όλα σχεδόν τα παραδεδεγμένα εγκλήματα της πρόσφατης ιστορίας μας. Μια ιστορική διαδικασία χωρίς υποκείμενο. Καταδικάστηκε ποτέ κανείς από τους Τουρκοκύπριους του χωριού Κιόνελι για την άγρια δολοφονία των οκτώ Ελληνοκυπρίων τον Ιούνιο του 1958; Προσήχθησαν ποτέ στο δικαστήριο τα μέλη της ΕΟΚΑ Β’, που είχαν συλλάβει και εκτελέσει όλο τον αντρικό πληθυσμό του Τουρκοκυπριακού χωριού Τόχνη τον Αύγουστο του 1974; Πόσοι ζήτησαν την καταδίκη αυτών των εγκληματιών;
Μια κοινωνία που γνωρίζει αλλά σιωπά. Μαρτυρίες που ψιθυρίζονται μόνο, παρά ν’ ακούγονται φωναχτά. Αυτόπτες μάρτυρες που φοβούνται να μιλήσουν. Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει εξάλλου; Οι «αόρατοι» εγκληματίες κυκλοφορούν ακόμα ελεύθεροι κι ατιμώρητοι ανάμεσα μας. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί στους εν δυνάμει μάρτυρες πως αύριο δεν θα φύγουν κι αυτοί από ένα «αόρατο» χέρι;

Η κ. Κωνσταντίνα Ζάνου είναι διδάκτωρ ιστορίας. czanou@yahoo.com

«Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (έκδοση Κύπρου), 29/3/2009, σ. 14

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου